- πωμήριον
- τὸ, Αιερή γραμμή, υπολογιζόμενη στα συμβολικά και όχι στα πραγματικά τείχη ή οχυρώματα τής Ρώμης, η οποία ήταν οριοθετημένη με λίθινους στύλους, τοποθετημένους κατά διαστήματα.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. pomoerium < post «πίσω» + moerus / murus «τείχος»].
Dictionary of Greek. 2013.